Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Ιωάννης Γ' Δούκας Βατάτζης (1222-1254)



“Καθὼς γοῦν εἰρήκειν, μετὰ τὴν τελευτὴν αὐτοῦ
ἐπιλαμβάνεται τῶν Ῥωμαϊκῶν σκήπτρων
Ἰωάννης ὁ Δούκας ὁ γαμβρὸς αὐτοῦ, στεφθεὶς παρὰ τοῦ
πατριάρχου Μανουήλ, ὃς τὸν Μάξιμον διεδέξατο.
Ὁ μὲν οὖν βασιλεὺς Ἰωάννης ἄρτι τῶν σκήπτρων
ἐπειλημμένος καὶ κομιδῇ ἐν στενῷ οὖσαν τὴν
τῶν Ῥωμαίων τεθεαμένος ἀρχήν, οὐκ ἀνασχόμενος ἐν
πολλοστοῖς βασιλεύειν, δύο παραδραμόντων ἐνιαυτῶν
μάχην ποιεῖται μετὰ τῶν Ἰταλῶν.”

Γεώργιος Ακροπολίτης «Χρονική Συγγραφή»

Ήταν γαμπρός του Θεόδωρου Λασκάρεως, καθώς είχε νυμφευθεί την κόρη του Ειρήνη. Μόλις ανέβηκε στον θρόνο αντιμετώπισε τους αδελφούς του Θεοδώρου Ισαάκιο και Άγγελο, οι οποίοι δεν τον αναγνώριζαν ως νόμιμο διάδοχο και κατέφυγαν στον Λατίνο αυτοκράτορα της Κωνσταντινουπόλεως. Το 1224 νικά τον στρατό των Λατίνων στο Ποιμανηνό. Καταλαμβάνει όλες τις κτήσεις τους στην Μικρά Ασία πλην της Χαλκηδόνος και της Νικομήδειας. Έπειτα μεταφέρει τον πόλεμο στην Ευρωπαϊκή ακτή όπου κυριεύει πολλές πόλεις στην Θράκη και την Μακεδονία. Ταυτόχρονα ναυπηγεί στόλο στην Λάμψακο και ανακαταλαμβάνει τα νησιά Λέσβο, Χίο, Σάμο, Ικαρία, Κω, ενώ στα Δωδεκάνησα και την Ρόδο που ήταν υπό την ηγεμονία του βυζαντινού άρχοντος Λέοντος Γαβαλά επιβάλλει την επικυριαρχία του. Η παρουσία της Νίκαιας σε Θράκη και Μακεδονία θα την φέρει σε σύγκρουση με το Δεσποτάτο της Ηπείρου.

Ο Δεσπότης της Ηπείρου Θεόδωρος Δούκας Άγγελος ακολούθησε επεκτατική πολιτική. Κατέλαβε την Θεσσαλία, την Μακεδονία και μεγάλο μέρος της Θράκης. Το 1223 κυριεύει την Θεσσαλονίκη  και έδειχνε ότι θα ήταν εκείνος που έπαιρνε την Κωνσταντινούπολη από τους Λατίνους. Μετά την κατάληψη της Θεσσαλονίκης αυτοχρίζεται αυτοκράτωρ, ερχόμενος σε ευθεία ρήξη με το κράτος της Νίκαιας και τον Ιωάννη Βατάτζη για την οικειοποίηση του βυζαντινού αυτοκρατορικού τίτλου. Η Νίκαια θεωρούσε ότι ήταν εκείνη το διάδοχο κρατικό σχήμα της ενιαίας βυζαντινής αυτοκρατορίας καθόσον εκεί είχαν καταφύγει οι ευγενείς, οι αξιωματούχοι και ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως. Η κόντρα αυτή θα εκλείψει το 1230 όταν ο Θεόδωρος θα υποστεί μία σοβαρή ήττα στην Κλοκοτνίτσα από τους Βουλγάρους του Ιβάν Ασέν, οι οποίοι θα καταλάβουν ένα μεγάλο μέρος της βαλκανικής από τον Εύξεινο Πόντο έως την Αδριατική. Το Δεσποτάτο της Ηπείρου θα συρρικνωθεί στην δυτική Ελλάδα και την Αλβανία που ήταν η αρχική του επικράτεια.

Ο Ιωάννης Βατάτζης συμμαχεί με τον Ιβάν και πολιορκούν την Κωνσταντινούπολη το 1235 και 1236. Δεν καταφέρνουν τελικά να την εκπορθήσουν αλλά είναι ορατό πλέον το γεγονός ότι είναι θέμα χρόνου η εκδίωξη των Λατίνων. Το 1241 πεθαίνει ο Ιβάν και ο Ιωάννης απαλλάσσεται από έναν πιθανό ισχυρό αντίπαλο. Το 1242 πολιορκεί την Θεσσαλονίκη και δέχεται την υποτέλεια της στην Νίκαια. Την ίδια χρόνια οι Σελτζούκοι και το κράτος της Τραπεζούντος γίνονται φόρου υποτελείς στους Μογγόλους. Το 1243 οι Σελτζούκοι συντρίβονται από τους Μογγόλους στην Μάχη του Κιοσέ Νταγ. Λίγο αργότερα, όμως, οι Μογγόλοι εγκαταλείπουν την Μικρά Ασία. Έτσι ο Ιωάννης έχει ελεύθερο το πεδίο σε Μικρά Ασία και Βαλκανική. Το 1246 εισβάλλει στην Βουλγαρία και αποσπά το νότιο τμήμα της με αρκετές περιοχές στην Θράκη και την Μακεδονία. Την ίδια χρόνια γίνεται κύριος της Θεσσαλονίκης. Το 1251 ο Δεσπότης της Ηπείρου Νικηφόρος επιτίθεται κατά της Νίκαιας στην δυτική Μακεδονία αλλά αποτυγχάνει.

Το 1245 ο Ιωάννης Βατάτζης συμμαχεί με τον ισχυρό Γερμανό ηγεμόνα Φρειδερίκο Β’ και παίρνει ως σύζυγο την κόρη του Κονστάνς. Απώτερος στόχος του Βατάτζη ήταν να αποτρέψει πιθανή Σταυροφορία κατά της Νίκαιας από τον Πάπα. Είναι γεγονός ότι ο Ιωάννης Βατάτζης ήθελε συνεργασία με τον Πάπα, όμως εκείνη την περίοδο στον παπικό θρόνο ήταν ο Γρηγόριος Θ’ ένας αδιάλλακτος Πάπας. Ο Βατάτζης συνεκάλεσε Σύνοδο το 1232 στο Νυμφαίον για να εξετάσει την προσέγγιση της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας με την Εκκλησία της Ρώμης. Ο Πάπας, όμως, απαιτούσε από τον Βατάτζη να σταματήσει να απειλεί την λατινοκρατούμενη Κωνσταντινούπολη και να δεχθεί τα δεδομένα που προέκυψαν από την Δ’ Σταυροφορία. Ο Ιωάννης Βατάτζης, με επιστολή του στον Πάπα, απέρριψε το αίτημα διότι, πολύ απλά, θεωρούσε ότι δικαιωματικά η Κωνσταντινούπολη ανήκει στους Ρωμαίους (Βυζαντινούς). Ο ίδιος στην επιστολή διατηρεί τον τίτλο: “Εν Χριστώι τωι Θεώι πιστός βασιλεύς και αυτοκράτωρ Ρωμαίων”, θέλοντας έτσι να δηλώσει παρών ως η συνέχεια των βυζαντινών αυτοκρατόρων της ενιαίας έως το 1204 αυτοκρατορίας. Όταν πεθαίνει ο Γρηγόριος και ανεβαίνει στον παπικό θρόνο ο Ιννοκέντιος Δ’ το 1243 τα πράγματα αλλάζουν. Ο Ιωάννης Βατάτζης επεδίωξε να συνεχίσει την επαφή με την έδρα της ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας και δικαιώθηκε. Οι διαπραγματεύσεις  έγιναν πιο ουσιαστικές και οι δύο πλευρές βρέθηκαν κοντά σε συμφωνία, η οποία, όμως, βρήκε αντίθετο τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Μανουήλ Β'.

Ο Ιωάννης Βατάτζης ήρθε σε σύγκρουση με τους Βενετούς. Για τον λόγο αυτό επιχείρησε να προσεταιρισθεί τους αντιπάλους τους Γενουάτες.  Εδώ, βεβαίως, υπέπεσε στο ίδιο σφάλμα με τους Κομνηνούς, οι οποίοι, έναν αιώνα πριν, τον 12ο, επιχείρησαν την ίδια τακτική, δίχως όμως σοβαρά αποτελέσματα. Τουναντίον έδωσαν εμπορικά προνόμια σε μία δεύτερη Βενετία, όπως ήταν η Γένουα. Ο Βατάτζης, συγκεκριμένα, δεν αναγνώρισε τις συμφωνίες του Θεοδώρου Λάσκαρη και έδιωξε τους Βενετούς, από την Λάμψακο αρχικά, και μετά από όλες τις παραλιακές πόλεις της Νίκαιας. Παράλληλα ναυπήγησε στόλο για να προστατεύει τις παράλιες πόλεις του. Η ναυπήγηση στόλου ήταν άριστη ενέργεια. Μάλιστα ο Θεόδωρος Λάσκαρης ήταν ο πρώτος που ξεκίνησε το όλο εγχείρημα της δημιουργίας πολεμικού ναυτικού, προσπαθώντας να αποκαταστήσει την παλαιά βυζαντινή αίγλη στην θάλασσα.

Αναφορικά με την εσωτερική διοίκηση του κράτους του ο Βατάτζης δεν ανέχθηκε την διαφθορά και τις άσκοπες σπατάλες. Προώθησε την ναυτιλία, το εμπόριο, την κτηνοτροφία και τις γεωργικές καλλιέργειες που γνώρισαν μεγάλη ανάπτυξη. Παράλληλα, θέλοντας να τονώσει την οικονομία της Νίκαιας, περιόρισε τις εισαγωγές με το να θέσει υπέρογκους δασμούς στα εισαγώμενα είδη, κυρίως στα είδη πολυτελείας. Ο ίδιος πρόηγαγε την λιτή διαβίωση. Ταυτόχρονα προώθησε το εξαγωγικό εμπόριο της Νίκαιας. Ο συνδυασμός των παραπάνω του έδωσε την δυνατότητα να διατηρήσει την φορολογία σε χαμηλά επίπεδα με αποτέλεσμα οι υπήκοοι του κράτους του, ιδιαίτερα τα φτωχά στρώματα, να αισθάνονται ότι δεν είναι αντικείμενο εκμετάλλευσης. Επίσης, αναβίωσε τον θεσμό των γεωργών-στρατιωτών παραχωρώντας τους γη ενώ ενίσχυσε το σύστημα των συνοριακών φρουρίων. Τέλος, ευνόησε τις τέχνες και τα γράμματα. Ο Γεώργιος Ακροπολίτης και ο Νικηφόρος Βλεμμύδης ήταν ονομαστοί Λόγιοι, τους οποίους είχε στην αυλή του. Ο Ιωάννης Βατάτζης πέθανε τον Νοέμβριο του 1254 στο Νυμφαίον. Ανεκηρύχθη Άγιος και ονομάστηκε Ελεήμων. 

Αποσπάσματα επιστολής του Ιωάννου Βατάτζη στον Πάπα Γρηγόριο Θ’ (Περιοδικόν «Αθήναιον» Α’ 1872)

“Ιωάννης εν Χριστώι τωι Θεώι πιστός βασιλεύς και αυτοκράτωρ Ρωμαίων ο Δούκας τωι αγιωτάτωι πάπαι της πρεσβυτέρας Ρώμης Γρηγορίωι σωτηρίας και ευχών αίτησιν.
[…] Και ότι μεν από του ημετέρου γένους η σοφία και το εκ ταύτης αγαθόν ήνθησε και εις άλλους διεδόθη, καλώς είρηται. Πως όμως ηγνοήθη ή και μη αγνοηθέν πως εισηγήθη ότι μετά της σοφίας είναι προσκεκληρωμένη εις το γένος ημών παρά του Μεγάλου Κωνσταντίνου και η βασιλεία; Τις αγνοεί ότι ο κλήρος της διαδοχής εκείνου εις το ημέτερον διέβη γένος και ότι ημείς είμεθα οι τούτου κληρονόμοι και διάδοχοι.

Ημείς βιασθέντες του τόπου, αλλά δέν παραιτούμεθα τα δικαιώματα ημών επί της αρχής και του κράτους της Κωνσταντινουπόλεως. Ο βασιλεύων άρχει και κρατεί έθνους και λαού και πλήθους ου χιλίθωντε και ξύλον άτινα αποτελούσι τα τείχη και τα πυργώματα.
[…] Επειδή δε η σή τιμιότης δια του γράμματος παρακινεί να μην παρενοχλώμεν τον σον φίλον και υιόν Ιωάννην Βρυέννιον, καθιστώμεν γνωστόν ότι δεν γνωρίζομεν που γης ή θαλάσσης είναι η επικράτεια αυτού του Ιωάννου. Εάν δε περί Κωνσταντινουπόλεως είναι ο λόγος δήλον καθιστώμεν ως ουδέποτε παυσόμεθα μαχόμενοι και πολεμούντες τοις κατέχουσι την Κωνσταντινούπολιν. Η γάρ αν άδικο ίημεν και φύσεως νόμους και πατρίδος θεσμούς και πατέρων τάφους και τεμένη θεία και ιερά, ειμή εκ πάσης της ισχύος, τούτων ένεκα διαγωνισόμεθα.”

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Οι Δήμοι και ο ρόλος τους στο βυζαντινό κράτος

Οι «Δήμοι» στο Βυζάντιο αποτελούν κατάλοιπο των δημοκρατικών θεσμών. Αρχικά λειτουργούσαν ως λαϊκές ομάδες οι οποίες, στη συνέχεια, μετεξελίχθησαν σε αθλητικά σωματεία τα οποία είχαν επιφορτιστεί με την οργάνωση των ιππικών αγώνων.   Με την πάροδο του χρόνου, αυτά τα σωματεία απέκτησαν υπολογίσιμη πολιτική ισχύ. Από μαρτυρίες τις οποίες έχουμε η δραστηριότητά τους λάμβανε χώρα σε όλες τις μεγάλες πόλεις της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, τόσο στον ελλαδικό χώρο (Ρόδος, Γόρτυνα, Νέα Αγχίαλος κ.ά)  όσο και στη Μικρά Ασία (Μίλητος, Έφεσος Κύζικος, Πριήνη, Στρατονίκεια κ.ά), την Ανατολή (Αντιόχεια, Ιερουσαλήμ, Καισάρεια Παλαιστίνης, Έμεσα κ.ά) και την Αίγυπτο (Αλεξάνδρεια, Οξύρυγχος, Αντινόη κ.ά). Οι Δήμοι διακρίνονταν από τον χρωματισμό που είχαν τα εμβλήματά τους. Έτσι είχαμε τους Πράσινους, τους Λευκούς, τους Βένετους και τους Ρούσιους. Δηλαδή τέσσερις ξεχωριστούς Δήμους.  Επισήμως δεν είχαν κάποια πολιτική εξουσία. Από τον 5ο αιώνα οι αρχηγοί τους διορίζονταν από τον αυτοκρά

Ιστοριογραφικές πηγές για το Βυζάντιο

Οι πηγές, από τις οποίες αντλούμε πληροφορίες για την Βυζαντινή αυτοκρατορία, είναι δύο ειδών: οι άμεσες και οι έμμεσες. Ως άμεσες πηγές έχουμε τις εξής: ·        Νομοθεσία, για παράδειγμα ο Codex Theodosianus ή το Corpus   Iuris Civilis —   Πρακτικά και κανόνες των Οικουμενικών Συνόδων —   Πρακτικά και κανόνες τοπικών Συνόδων —   Τα διάφορα έγγραφα που σώζονται (κυρίως σε παπύρους), κρατικά ή ιδιωτικά —   Επιγραφές, π.χ επιτύμβιες, επιγραφές μνημείων κ.λ.π —   Σφραγίδες, π.χ Χρυσόβουλα, Αργυρόβουλα, Μολυβδόβουλα —   Νομίσματα, π.χ ο βυζαντινός Σόλιδος, τα αργυρά Μιλιαρέσια, ή οι χάλκινες Φόλλεις —   Μνημεία —   Έργα Μικροτεχνίας, π.χ από Σμάλτο, Ελεφαντοστό κ.λ.π —   Μικρογραφίες, π.χ από το Χειρόγραφο του Σκυλίτζη —   Έργα πρακτικής χρησιμότητας για την κρατική διοίκηση και την στρατιωτική οργάνωση, π.χ για θέματα εθιμοτυπίας ή ιεραχικής τάξεως όπως τα έργα του Κωνσταντίνου του Ζ’ του Πορφυρογέννητου (945-959) —   Εκκλησιαστικά τακτικά ( Notita

ΜΕΛΕΤΗ ΧΑΛΚΙΝΟΥ ΦΟΛΛΕΩΣ ΙΟΥΣΤΙΝΙΑΝΟΥ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ

Περιγραφή Νομίσματος και σκιαγράφηση ιστορικού πλαισίου, εντός του οποίου εξεδόθη “ο δε αυτός βασιλεύς προεχειρίσατο κόμητα λαργιτιώνων Εν Κωνσταντινουπόλει τον από υπάτων Ιωάννην τον Παφλαγόνα τον λεγόμενον Καϊάφαν` όστις άπαν το προχωρόν κέρμα το λεπτόν εποίησε φολλερά προχωρείν εις πάσαν την Ρωμαϊκήν κατάστασιν έκτοτε” Ιωάννης Μαλάλας “Χρονογραφία” (για τους Φόλλεις που έκοψε ο Αναστάσιος) Ι. Εισαγωγή Η βυζαντινή νομισματική συνέχισε την ρωμαϊκή παράδοση της εκδόσεως τριών διαφορετικών νομισμάτων. Το ρωμαϊκό κράτος είχε σε κυκλοφορία χρυσά, αργυρά και χάλκινα νομίσματα. Το βυζαντινό το μιμήθηκε, μόνο που οι ονομασίες των νομισμάτων άλλαξαν. Το χρυσό ρωμαϊκό Aureus διεδέχθη ο χρυσούς Solidus, το αργυρό δηνάριο (Denarius) αντικαταστάθηκε από το Μηλιαρέσιον ενώ το χάλκινο Σεστέρτιο (Sestertius) έδωσε την θέση του στον Φόλλι. Η βυζαντινή νομισματική κυριαρχία είναι καθολική κατά την διάρκεια των μεσαιωνικών χρόνων. Σημείο καμπής αποτελεί ο 11ος αιώνας και