Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Σχέσεις Επιγαμίας μεταξύ Βυζαντινών Καρολιδών & Οθωνιδών. Το παράδειγμα της Θεοφανούς



Φωτό: Ὁ Χριστός εὐλογεῖ τόν Ὄθωνα Β’ καί τή Θεοφανῶ (Μικροτεχνία σέ ἐλεφαντόδοντο, Μουσεῖο de Cluny Παρίσι)

“Ἔφθασαν δέ καί οἱ ἀποσταλέντες παρά Καρούλου

ἀποκρισιάριοι καί τοῦ πάπα Λέοντος πρός τήν
εὐσεβεστάτην Εἰρήνην, αἰτούμενοι ζευχθῆναι αὐτήν
τῷ Καρούλῳ πρός γάμον, καί ἑνώσαι τά ἐώα καί τά
ἑσπέρια.”

Θεοφάνης (Ἀπόσπασμα ἀπό τή “Χρονογραφία ἐδ. 475”)


Οἱ σχέσεις ἐπιγαμίας μεταξύ Βυζαντίου καί Καρολιδῶν

Τό Βυζαντινό κράτος προκειμένου νά ἀντιμετωπίσει ἀποτελεσματικά τούς γειτονικούς λαούς, πού ἐποφθαλμιοῦσαν τά ἐδάφη του, χρησιμοποιοῦσε ὁρισμένα συγκεκριμένα καί στοχευμένα μέσα μέ σκοπό νά ἐνισχύσει τόν διπλωματικό του ἀγώνα. Αὐτά τά μέσα ποικίλλουν, ἀναλόγως τήν περίπτωση. Τέτοια μέσα ἦταν οἱ ἀναδοχές ξένων ἡγεμόνων (γιά παράδειγμα ἡ βάπτισις τοῦ Βούλγαρου ἡγεμόνος Βόριδος μέ τό ὄνομα τοῦ ἀναδόχου του τοῦ αὐτοκράτορος Μιχαήλ Γʹ), οἱ ἐπιγαμίες μέ ξένους βασιλικούς οἴκους καί οἱ υἱοθεσίες. Ἀπό τά προαναφερθέντα οἱ ἐπιγαμίες ἀποτελοῦσαν τό σπουδαιότερο βυζαντινό διπλωματικό ὅπλο.
Ἡ Βυζαντινή πολιτική, ἑπομένως, στίς διεθνεῖς της σχέσεις περιλάμβανε, μεταξύ ἄλλων, τίς ἐπιγαμίες ἐπιφανῶν βυζαντινῶν, ἀκόμη καί γόνων τοῦ αὐτοκρατορικοῦ οἴκου μέ ἀντίστοιχους ξένους οἴκους. Ἐδῶ, εἰδικά, θά ἐξετάσουμε τούς λόγους πού ὤθησαν Βυζαντινούς καί Καρολίδες στό νά ἐπιζητήσουν σχέσεις ἐπιγαμίας κατά τόν 8ο καί τόν 9ο αἰώνα.
Οἱ λόγοι πού ὁδήγησαν τούς Βυζαντινούς καί τούς Καρολίδες σέ ἀπόπειρες σύναψης σχέσεων ἐπιγαμίας, κατά τούς παραπάνω αἰῶνες, ποικίλλουν ἀναλόγως τῆς θέσης ἰσχύος ἤ τῆς ἀνάγκης στήν ὁποία βρίσκονταν ἡ κάθε πλευρά τή συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Ἔτσι, ὑπῆρχαν ἐποχές πού οἱ Βυζαντινοί ἦταν ἐκεῖνοι πού ἐπιθυμοῦσαν, διακαῶς, τή σύναψη τέτοιων σχέσεων, καί ἐποχές πού οἱ ἡγέτες τοῦ Φραγκικοῦ βασιλείου τίς ζητοῦσαν ἐπιτακτικά. Κατά τόν 8ο αἰώνα τό Βυζάντιο ἀντιμετώπιζε τεράστιο πρόβλημα τόσο στή Λεκάνη τῆς Μεσογείου ὅσο καί στήν Ἀνατολή ἀπό τήν ἐξάπλωση τῶν Ἀράβων. 

Παρόμοια κατάσταση εἶχε προκύψει μέ τίς κτήσεις τῶν βυζαντινῶν στήν Ἰταλία, ἐνῶ στή Βαλκανική ὑπῆρχαν συνεχεῖς τριβές μέ τό βουλγαρικό κράτος. Στήν Ἰταλία οἱ Λογγοβάρδοι ἀπειλοῦσαν τό ἐξαρχάτο τῆς Ραβέννας, ὥσπου, τελικά, τό κατέλυσαν τό 751. Ὁ τότε βυζαντινός αὐτοκράτορας Κωνσταντῖνος ὁ Ε’ ἔκρινε ὅτι λόγω τῶν κρίσιμων μετώπων, ἀφενός μέν στή Βαλκανική μέ τούς Βούλγαρους ἀφετέρου δέ στήν Ἀνατολή μέ τούς Ἄραβες, δέν εἶχε τή δυνατότητα νά στείλει στρατεύματα στήν Ἰταλία γιά τήν ἀνακατάληψη τῆς Ραβέννας. Γιά τόν λόγο αὐτό ἐπιχείρησε νά προσεγγίσει τόν βασιλιά τῶν Φράγκων Πεπίνο τόν Βραχύ. Μία ἀπό τίς προτάσεις του ἦταν ἡ σύναψη ἐπιγαμίας μεταξύ τοῦ γιοῦ του τοῦ Λέοντος Δ’ καί τῆς κόρης τοῦ Πεπίνου Γκιζέλας. Τελικά, ἡ πρώτη αὐτή ἀπόπειρα δέν καρποφόρησε καί τό συνοικέσιο μεταξύ τῶν δύο οἴκων δέν ἐπετεύχθη.

Τό ἐνδιαφέρον, ὅμως, τῶν Βυζαντινῶν, παρά τήν ἀτυχή κατάληξη τοῦ συνοικεσίου, συνεχίζεται. Ἡ βυζαντινή αὐτοκρατορική αὐλή συνεχίζει νά ἐπιζητεῖ τή σύναψη ἐπιγαμιῶν μέ τούς Φράγκους. Αὐτή τή φορά εἶναι ἡ Εἰρήνη ἡ Ἀθηναία, ἡ ὁποία ἐμφανίζεται ἀκόμη πιό διαλλακτική καί κλείνει συμφωνία μέ τόν Καρλομάγνο. Σέ αὐτή τήν πολιτική συμφωνία περιλαμβάνεται ὁ ἀρραβῶνας τοῦ γιου της Κωνσταντίνου τοῦ Στ’ μέ τήν κόρη τοῦ Καρλομάγνου Ροτρούδη. Ἐν τέλει δέν θά τελεσφορήσει οὔτε καί αὐτή ἡ ἀπόπειρα.
Στήν αὐγή τοῦ 9ου αἰώνα τά δεδομένα ἀλλάζουν. Αὐτή τή φορά εἶναι ἡ νέα δυναστεία τῶν Καρολιδῶν, ἡ ὁποία, μετά τή στέψη τοῦ Καρλομάγνου ὡς αὐτοκράτορα τῶν Ρωμαίων τό ἔτος 800 ἀπό τόν ίδιο τόν Πάπα, ἐπιζητεῖ διακαῶς τήν ἀναγνώρισή της ἀπό τό Βυζάντιο. Ἐκμεταλλευόμενος τή χηρεία τοῦ βυζαντινοῦ θρόνου ἐκείνη τήν ἐποχή ὁ Καρλομάγνος στέλνει ἀντιπροσωπεία στήν Κωνσταντινούπολη μέ σκοπό ἀπό τή μία νά ἐπιδιώξει τήν ἀναγνώρισή του ἐνῶ ἀπό τήν ἄλλη νά συνδυάσει τήν ἀποδοχή του μέ τό νά ζητήσει σέ γάμο τήν Εἰρήνη τήν Ἀθηναία. Οἱ Φράγκοι διαπραγματευτές ἔχουν ὡς κύριο μέλημα νά προετοιμάσουν τό ἔδαφος ὥστε νά ἐπιτύχει τό συνοικέσιο καί νά ἀποτελέσει ὁ γάμος τοῦ Καρλομάγνου μέ τήν Εἰρήνη τήν ζωντανή ἐπισφράγιση τῆς συμφωνίας, ἡ ὁποία θά συμβάλλει στήν, ἐκ νέου, ἕνωση Ἀνατολῆς καί Δύσης. Ὅμως, οἱ ἀνώτατοι βυζαντινοί ἀξιωματοῦχοι, συναισθανόμενοι ὅτι μέ αὐτό τόν τρόπο θά καταλυόταν ἡ βυζαντινή ἀρχή, ἀνέτρεψαν τήν Εἰρήνη τήν Ἀθηναία, ματαιώνοντας ἔτσι τά φιλόδοξα σχέδια τοῦ Καρλομάγνου. Στόν βυζαντινό θρόνο ἀνέβηκε τότε ὁ Νικηφόρος ὁ Αʹ πού ἦταν σφόδρα ἀντίθετος μέ τήν προοπτική αὐτή ἐνῶ ἡ Εἰρήνη συνελήφθη καί ἐξορίστηκε.

Ὡστόσο, οἱ προσπάθειες ἀπό τήν πλευρά τῶν Καρολιδῶν δέν ἐγκαταλείπονται καί τό 812 ἀποφασίστηκε νά μεταβεῖ στήν Κωνσταντινούπολη μία νέα ἀντιπροσωπεία τους γιά νά ἐπαναλάβει τίς διαπραγματεύσεις, αὐτή τή φορά μέ τόν αὐτοκράτορα Μιχαήλ τόν Α’, στόν ὁποῖο πρότειναν νά νυμφευθεῖ ὁ μεγαλύτερος γιός του Θεοφύλακτος μία πριγκίπισσα τῶν Φράγκων. Τά γεγονότα, ὅμως, τούς προλαβαίνουν καί στό ἐνδιάμεσο πεθαίνει ὁ Καρλομάγνος ἐνῶ στόν βυζαντινό θρόνο ἔχει ἀνεβεῖ ὁ Λέων ὁ Εʹ.

Μετά τό θάνατο τοῦ Καρλομάγνου τό 814, οἱ διάδοχοί του δέν καταφέρνουν νά κρατήσουν ἑνωμένο τό κράτος του. Τά δεδομένα ἀλλάζουν καί ἡ αὐξανόμενη ἀραβική ἀπειλή ξαναφέρνει στό τραπέζι τῶν διαπραγματεύσεων τούς Καρολίδες μέ τό Βυζάντιο. Οἱ βυζαντινοί διπλωμάτες ἐπιζητοῦν νά ἀναλάβουν ἀπό κοινοῦ δράση ἡ Βυζαντινή αὐτοκρατορία καί οἱ βασιλεῖς τῶν Φράγκων ἔναντι τοῦ διογκούμενου ἀραβικοῦ κινδύνου πού ἀπειλοῦσε ἀμφοτέρους. Ὁ καλλίτερος τρόπος γιά νά διασφαλιστεῖ ἡ συμφωνία καί νά ἐπιτευχθεῖ ἡ ἐνδυνάμωση τῶν σχέσεων μεταξύ τοῦ Βυζαντινοῦ οἴκου καί τῶν Καρολιδῶν εἶναι νά σφραγιστεῖ μέ ἕνα βασιλικό συνοικέσιο. Ἔτσι χρησιμοποιεῖται, γιά ἀκόμη μία φορά, τό ὅπλο τῶν ἐπιγαμιῶν. Στά πλαίσια αὐτά ὁ βυζαντινός αὐτοκράτορας Θεόφιλος πρότεινε μία ἀπό τίς κόρες του νά νυμφευθεῖ τόν γιο τοῦ ἡγεμόνος τοῦ Βασιλείου τῆς Μέσης Φραγκίας Λοθαρίου Αʹ Λουδοβίκο Βʹ. Τέλος, ὁ ἱδρυτής τῆς Μακεδονικῆς δυναστείας Βασίλειος προέβη σέ μία ὕστατη προσπάθεια τό 869, ὅταν ἐπιχείρησε νά νυμφεύσει τόν γιο του Κωνσταντῖνο μέ τήν κόρη τοῦ Λουδοβίκου τοῦ Βʹ Ἰρμενγάρδη.

Η περίπτωση της Θεοφανούς
Οἱ παραπάνω ἀπόπειρες ἐπιγαμίας μεταξύ Βυζαντινῶν καί Καρολιδῶν μπορεῖ νά ἀπέτυχαν, ἀξίζει νά ἀναφερθεῖ, ὅμως, ἕνα ἐπιτυχημένο συνοικέσιο μεταξύ Βυζαντίου καί Δύσης. Πρόκειται γιά τόν γάμο τῆς Θεοφανοῦς, ἀνηψιᾶς τοῦ βυζαντινοῦ αὐτοκράτορος Ἰωάννου Τσιμισκῆ μέ τόν γιό τοῦ Ὄθωνος Αʹ τόν Ὄθωνα Βʹ τόν Ἀπρίλιο τοῦ 972. Οὐσιαστικά, ἀναφερόμαστε στήν ἕνωση τοῦ γερμανικοῦ οἴκου τοῦ Ὄθωνος μέ μία γυναίκα ἀπό ἐπιφανή βυζαντινό οἶκο, ἡ ὁποία, ὅμως, δέν ἦταν πορφυρογέννητη πριγκίπησσα.

Ἡ Θεοφανῶ δόθηκε ὡς σύζυγος τοῦ Ὄθωνα Β’ στά πλαίσια συμβιβαστικῆς λύσης στό πρόβλημα τῶν δύο αὐτοκρατοριῶν. Στήν ἀρχή ἀντιμετωπίστηκε μέ καχυποψία. Ὅμως, μέ τήν πάροδο τοῦ χρόνου κατάφερε νά ἐπηρεάσει τόσο τά πολιτικά ὅσο καί τά πολιτιστικά δρώμενα τῆς γερμανικής αὐλῆς. Ἡ ἴδια συνετέλεσε κατάλυτικά στή διάχυση τοῦ βυζαντινοῦ πολιτισμοῦ στή Δύση. Ἔτσι παρατηροῦμε κατά τό δεύτερο μισό τοῦ 10ου αἰῶνος νά ἀνθοῦν οἱ τέχνες καί ἡ ἀρχιτεκτονική ἐνῶ κυριαρχεῖ ἡ τάση γιά μίμηση τῶν βυζαντινῶν προτύπων, γεγονός πού ὁδηγεῖ στή λεγόμενη καί «Ὀθώνεια Ἀναγέννηση». Παράλληλα, ἐμφανίστηκαν νέα καλλιτεχνικά ρεύματα.
Ἀναφορικά μέ τήν πολιτική ἡ Θεοφανῶ, προφανῶς ἐπηρεασμένη ἀπό τήν Εἰρήνη τήν Ἀθηναία, ἔλαβε ἐκτός τοῦ τίτλου τῆς «αὐτοκράτειρας» καί αὐτόν τοῦ «αυτοκράτορος». Ἔπειτα, ἐνεφύσησε στόν γιό της Ὄθωνα Γʹ τήν ἀγάπη γιά τήν «ἑλληνική λεπτότητα» μέ τήν ἐξαιρετική μόρφωση στήν κλασσική παιδεία πού φρόντισε νά τοῦ δώσει. Εἶναι, μάλιστα, χαρακτηριστικό τό γεγονός ὅτι ὁ ἴδιος ὁ Ὄθωνας αἰσθάνονταν μᾶλλον Βυζαντινός παρά Γερμανός. Ὁ ἴδιος, δέ, ἐπιθυμοῦσε τήν ἀναβίωση τῆς παλαιᾶς ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας μέ κυρίαρχη τήν χριστιανική πίστη.

Κεφάλαιο από το βιβλίο μου: "Βυζαντίου Εντρύφησιc"

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Οι Δήμοι και ο ρόλος τους στο βυζαντινό κράτος

Οι «Δήμοι» στο Βυζάντιο αποτελούν κατάλοιπο των δημοκρατικών θεσμών. Αρχικά λειτουργούσαν ως λαϊκές ομάδες οι οποίες, στη συνέχεια, μετεξελίχθησαν σε αθλητικά σωματεία τα οποία είχαν επιφορτιστεί με την οργάνωση των ιππικών αγώνων.   Με την πάροδο του χρόνου, αυτά τα σωματεία απέκτησαν υπολογίσιμη πολιτική ισχύ. Από μαρτυρίες τις οποίες έχουμε η δραστηριότητά τους λάμβανε χώρα σε όλες τις μεγάλες πόλεις της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, τόσο στον ελλαδικό χώρο (Ρόδος, Γόρτυνα, Νέα Αγχίαλος κ.ά)  όσο και στη Μικρά Ασία (Μίλητος, Έφεσος Κύζικος, Πριήνη, Στρατονίκεια κ.ά), την Ανατολή (Αντιόχεια, Ιερουσαλήμ, Καισάρεια Παλαιστίνης, Έμεσα κ.ά) και την Αίγυπτο (Αλεξάνδρεια, Οξύρυγχος, Αντινόη κ.ά). Οι Δήμοι διακρίνονταν από τον χρωματισμό που είχαν τα εμβλήματά τους. Έτσι είχαμε τους Πράσινους, τους Λευκούς, τους Βένετους και τους Ρούσιους. Δηλαδή τέσσερις ξεχωριστούς Δήμους.  Επισήμως δεν είχαν κάποια πολιτική εξουσία. Από τον 5ο αιώνα οι αρχηγοί τους διορίζονταν από τον αυτοκρά

Ιστοριογραφικές πηγές για το Βυζάντιο

Οι πηγές, από τις οποίες αντλούμε πληροφορίες για την Βυζαντινή αυτοκρατορία, είναι δύο ειδών: οι άμεσες και οι έμμεσες. Ως άμεσες πηγές έχουμε τις εξής: ·        Νομοθεσία, για παράδειγμα ο Codex Theodosianus ή το Corpus   Iuris Civilis —   Πρακτικά και κανόνες των Οικουμενικών Συνόδων —   Πρακτικά και κανόνες τοπικών Συνόδων —   Τα διάφορα έγγραφα που σώζονται (κυρίως σε παπύρους), κρατικά ή ιδιωτικά —   Επιγραφές, π.χ επιτύμβιες, επιγραφές μνημείων κ.λ.π —   Σφραγίδες, π.χ Χρυσόβουλα, Αργυρόβουλα, Μολυβδόβουλα —   Νομίσματα, π.χ ο βυζαντινός Σόλιδος, τα αργυρά Μιλιαρέσια, ή οι χάλκινες Φόλλεις —   Μνημεία —   Έργα Μικροτεχνίας, π.χ από Σμάλτο, Ελεφαντοστό κ.λ.π —   Μικρογραφίες, π.χ από το Χειρόγραφο του Σκυλίτζη —   Έργα πρακτικής χρησιμότητας για την κρατική διοίκηση και την στρατιωτική οργάνωση, π.χ για θέματα εθιμοτυπίας ή ιεραχικής τάξεως όπως τα έργα του Κωνσταντίνου του Ζ’ του Πορφυρογέννητου (945-959) —   Εκκλησιαστικά τακτικά ( Notita

ΜΕΛΕΤΗ ΧΑΛΚΙΝΟΥ ΦΟΛΛΕΩΣ ΙΟΥΣΤΙΝΙΑΝΟΥ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ

Περιγραφή Νομίσματος και σκιαγράφηση ιστορικού πλαισίου, εντός του οποίου εξεδόθη “ο δε αυτός βασιλεύς προεχειρίσατο κόμητα λαργιτιώνων Εν Κωνσταντινουπόλει τον από υπάτων Ιωάννην τον Παφλαγόνα τον λεγόμενον Καϊάφαν` όστις άπαν το προχωρόν κέρμα το λεπτόν εποίησε φολλερά προχωρείν εις πάσαν την Ρωμαϊκήν κατάστασιν έκτοτε” Ιωάννης Μαλάλας “Χρονογραφία” (για τους Φόλλεις που έκοψε ο Αναστάσιος) Ι. Εισαγωγή Η βυζαντινή νομισματική συνέχισε την ρωμαϊκή παράδοση της εκδόσεως τριών διαφορετικών νομισμάτων. Το ρωμαϊκό κράτος είχε σε κυκλοφορία χρυσά, αργυρά και χάλκινα νομίσματα. Το βυζαντινό το μιμήθηκε, μόνο που οι ονομασίες των νομισμάτων άλλαξαν. Το χρυσό ρωμαϊκό Aureus διεδέχθη ο χρυσούς Solidus, το αργυρό δηνάριο (Denarius) αντικαταστάθηκε από το Μηλιαρέσιον ενώ το χάλκινο Σεστέρτιο (Sestertius) έδωσε την θέση του στον Φόλλι. Η βυζαντινή νομισματική κυριαρχία είναι καθολική κατά την διάρκεια των μεσαιωνικών χρόνων. Σημείο καμπής αποτελεί ο 11ος αιώνας και